Πολλές φορές χαρισματικές και σημαίνουσες προσωπικότητες έρχονται και φεύγουν από τη ζωή αφανείς και ατίμητες από έναν κόσμο, που είναι ταγμένος να υπηρετεί και να θαυμάζει συνήθως ταγούς και εκπροσώπους της εξουσίας και του πλούτου. Αντίθετα σ’αυτήν τη λογική θα ήθελα να μνημονεύσω έναν χαλκέντερο δάσκαλο από την εύανδρο Κρώμνη του Πόντου, τον Δαμιανό Χρήστου Δαμιανό. Ήταν Απρίλης του 1987 όταν πληροφορήθηκα ότι στο Μεσόβουνο της Πτολεμαΐδας διαμένει ένας γόνος από τις κρωμναίϊκες οικογένειες των αφεντάδων, ο Νικόλαος Δαμιανός, γιος του διευθυντή της αστικής σχολής της Κρώμνης, του Δαμιανού Δαμιανού. Ξεκινήσαμε απόγευμα με τον φίλο ΧρήστοΤσενεκίδη από το Ανατολικό της Πτολεμαΐδας και λίγο αργότερα φτάσαμε στο γενοκτονημένο χωριό Μεσόβουνο.
Το χωριό Μεσόβουνο της Πτολεμαΐδας |
Η ενορία του Αληθινού σήμερα |
Ο ναός της Μεταμόρφωσης στην Κρώμνη |
Αυτός ο τοίχος αποτελεί θλιβερό απομεινάρι του σχολείου της Μεταμόρφωσης |
Η αναφορά του στην επιγραφή μού έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, γιατί διαπίστωσα, ότι ο άνθρωπος που είχα μπροστά μου ήταν όντως αντάξιος γιος του μεγάλου Κρωμναίου εκπαιδευτικού, που από το 1902 μέχρι το 1921, που ο Κεμάλ πασάς με διαταγή έκλεισε όλα τα ελληνικά σχολεία στον Πόντο, ήταν ο χαλκέντερος δάσκαλος της Κρώμνης, που όλοι τον επαινούσαν για τις γνώσεις και την ελληνική του παιδεία. Γόνος μιας από τις δέκα πιο ιστορικές οικογένειες της Κρώμνης που έφεραν τον τίτλο ευγενίας « Αφεντάδες». Οι Αφεντάδες της Κρώμνης με προεξάρχοντες τον Δημήτ –Εφέντη και τον μακρινό πρόγονο του Δαμιανού, Μικτάτ -αγά, ήταν προεστοί που διέσωσαν τους Κρωμναίους από βέβαιο θάνατο όταν τον 17ο αιώνα οι Τούρκοι εφάρμοσαν το οθωμανικό δόγμα για τους Κρωμναίους «ή γίνεστε Τούρκοι ή σας κόβουμε το κεφάλι». Οι Κρωμναίοι ήταν οι αρχαιότεροι μεταλλωρύχοι και μεταλλουργοί της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο σουλτάνος το έφερε βαρέως, που γκιαούρηδες γνώριζαν την τέχνη αυτή και θέλησε να τους τουρκέψει. Τότε συνήλθαν οι δημογέροντες της Κρώμνης με μουχτάρη τον Δαμιανό Μικτάτ –αγά και αποφάσισαν μπροστά στον βέβαιο θάνατο να τουρκέψουν οι ίδιοι φανερά ενώ κρυφά να διατηρήσουν την πίστη τους. Με αυτό το τέχνασμα και μπροστά στον γενικό αφανισμό του ελληνισμού της Κρώμνης οι σοφοί δημογέροντες γλύτωσαν τους συμπατριώτες τους από βέβαιο θάνατο. Πρώτος απ’ όλους ο σοφός Δαμιανός, Μικτάτ– αγάς ( μουχτάρης του χωριού), μετέτρεψε το υπόγειο του σπιτιού του σε κατακόμβη ( κρυφή εκκλησιά) για τις θρησκευτικές ανάγκες των κλωστών.. Μια υπέρτατη πράξη ψυχικής ανάτασης και ηρωισμού απέναντι στην ευθύνη που επωμίζονται όσοι έχουν το θάρρος, στις δύσκολες στιγμές τις ιστορίας να αποφασίζουν συνετά και σωτήρια για τους άλλους. Οι Κρωμέτες τούρκεψαν υποκριτικά πρώτοι και γύρισαν επίσης στον Χριστό και πάλι πρώτοι. Το τριώροφο κονάκι του με την κρυφή εκκλησιά το ονόμασαν οι Κρωμέτες σε «οίκο του Μικτάτ –Αγά» κατά την φράση ο οίκος του θεού. Το συγκεκριμένο σπίτι ήταν ένα αρχοντικό κονάκι με τρία πατώματα στο κέντρο της ενορίας. Ήταν γνωστό σε όλους τους Κρωμναίους για τη φιλοξενία που προσέφερε σε Τούρκους και χριστιανούς, που έρχονταν στην Κρώμνη. Η είσοδος έξυπνα επινοημένη βρίσκονταν κάτω από μία πέτρα, στην οποία επικάθονταν η σκάλα που οδηγούσε στον πάνω όροφο. Έπρεπε κάποιος να μετακινήσει τη σκάλα, να σηκώσει την πλάκα της κατακόμβης και από τα πέτρινα σκαλιά να κατέβει στην υπόγεια εκκλησιά. Μόλις κατέβαινε, ένας μικρός φεγγίτης σε σχήμα σταυρού περιέλουζε τον χώρο με φως. Ο σταυρός αυτός ήταν αδύνατο να φανεί εξωτερικά αλλά φέγγιζε εσωτερικά. Την εκκλησία αυτή στο σπίτι του δάσκαλου Δαμιανού Δαμιανού στην ενορία Αληθινός της Κρώμνης ανακάλυψε ο μικρός μαθητής Χρήστος Τσαρτιλίδης, όταν ο δάσκαλός τους έκρυψε τους μαθητές στο υπόγειο του σπιτιού του, για να τα γλυτώσει από το παιδομάζωμα το 1918 με την φυγή των Ρώσων από την Κρώμνη. Ας ακούσουμε, πώς περιγράφει ο ίδιος το γεγονός: «Και μια που ανέφερα το σπίτι του Δαμιανού Μικτάτ –αγά, ήταν κτισμένο σε έδαφος ολίγον επικλινές με τρία πατώματα. Το πρώτον ήτανε αχυρώνας και μαντρί, ήταν επίσης η αυλή του πρώτου πατώματος και ήτανε όλο στρωμένο με πλάκες πέτρινες. Μια πλάκα από αυτές είχε δύο λάκκους σαν χούφτες, που πατούσε η ξύλινη σκάλα για τον πάνω όροφο και από κάτω υπήρχε μια πέτρινη σκάλα, που κατέβαινε σε ένα σκοτεινό υπόγειο 3 επί 3. Στο υπόγειο αυτό έμπαινε φως από έναν φεγγίτη σε σχήμα σταυρού, που το έστελνε μέσα. Ο φεγγίτης με τον σταυρό ήταν προς τη μεριά του ρέματος και ήταν αδύνατο να ανακαλυφθεί. Παρόμοια σπίτια κρυπτοχριστιανών θα ήσαν καμιά δεκαριά και υπάγονταν στην ιστορική παράδοση της Κρώμνης». Ο γιος του Δαμιανού, Νικόλαος, μου εξιστόρησε το ίδιο γεγονός περιγράφοντάς με την μυστική κρύπτη της εκκλησίας, που έχτισε ο προπάππος του Δαμιανός Μικτάτ Αγάς . … Στην κατακόμβη αυτή τα δύσκολα χρόνια των χριστιανικών διώξεων όλοι οι Κρωμναίοι ( Κλωστοί ) πραγματοποιούσαν μυστικά τα βράδια τα χριστιανικά τους μυστήρια, όπως γάμους, βαφτίσια κλπ. Ο γιος του δάσκαλου της Κρώμνης θυμόταν και τα ονόματα των Τούρκων μουλάδων ( θεολόγοι του Ισλάμ) της Κρώμνης που στα φανερά ήταν φανατικοί Τούρκοι, που έβριζαν τους χριστιανούς και στα κρυφά κατέβαιναν με ευλάβεια τις σκάλες της εκκλησιάς και προσκυνούσαν τις εικόνες, που φωτίζονταν από το μοναδικό ιλαρό φως που άφηνε ο κρυφός φεγγίτης της εκκλησιάς. «Από ό,τι μου έλεγε ο πατέρας μου κρυφοί χριστιανοί ήταν και οι μουλάδες των συνοικισμών της Κρώμνης όπως οι μουλάδες της ενορίας Αλχαζάντων: Ισμαήλτς και Ισεήντς. Ο μουλάς της ενορίας Αληθινός Πακούρτς και ο μουλάς της ενορίας Πεϊραμάντων Πεχρέμς. Μια μέρα ο μουλάς των Παϊραμάντων, Πεχρέμς, ξεκίνησε να κατέβει στην Αργυρούπολη. Στο δρόμο κοντά σε μια βρύση αφού ξεδίψασε κάθισε να ξεκουραστεί κάτω από μια βελανιδιά. Κάποια στιγμή πλησίασε ένα απόσπασμα Τούρκων χωροφυλάκων (Τσανταρμάδων) καβάλα στα άλογα . Ο Κρωμναίος μολάς μόλις τους είδε τα 'χασε, αλλά τους καλωσόρισε με ευγένεια και τους ρώτησε προς τα πού πάνε. Στην Κρώμνη, του απάντησαν. Κι εγώ από την Κρώμνη είμαι τους είπε. Ο Τούρκος αξιωματικός τον έβρισε λέγοντάς τον «Εσείς οι Κρωμλήδες κοροϊδεύετε το δοβλέτι. Εμείς όμως γνωρίζουμε ότι είστε όλοι προδότες του Μωάμεθ. Τώρα θα πάμε για έλεγχο και όποιον κλωστό πιάσουμε θα τον κάψουμε ζωντανό». Ο μολά Πεχρέμς φοβήθηκε και άρχισε να τρέμει γιατί και αυτός είχε στο κονάκι του κρυφή εκκλησιά. Όταν έφτασαν στο χωριό ο αξιωματικός δεν άφησε τους τσανταρμάδες να μπουν στο σπίτι του Πεχρέμ. Πήγε μόνος του γιατί γνώριζε για την ύπαρξη της εκκλησιάς. Μπήκε μέσα και διέταξε τον Πεχρέμ να βγάλει την εικόνα της Παναγιάς και εκεί μπροστά στον τρεμάμενο από φόβο μολά γονάτισε με δάκρυα στα μάτια και φίλησε την εικόνα της. Μετά γύρισε στον Πεχρέμ, τον αγκάλιασε και του είπε: «κι εγώ, μολά Πεχρέμ, ας σην Κρώμ’ είμαι…» Δακρυσμένοι από συγκίνηση και οι δύο είπαν το «Δι’ ευχών των αγίων πατέρων ημών» μ’ ένα στόμα και έτσι αγκαλιασμένοι και με δάκρυα στα μάτια ευχήθηκαν γρήγορα να τελειώσουν τα βάσανά τους…! Είναι γνωστό ότι οι κλωστοί της Κρώμνης κατέλαβαν σε λίγα χρόνια καίριες θέσεις στην τουρκική διοίκηση για να βοηθήσουν με την σειρά τους τους χριστιανούς πατριώτες τους σε κάθε δύσκολη στιγμή. Τέτοιες τραγικές ιστορίες για το δράμα των κρυπτοχριστιανών γνώριζε ο νουνεχής γέροντας. Πέρασαν τα χρόνια και οι κρυφοί Κρωμναίοι μετά το χάτι Σερίφ και το χάτι Χουμαγιούν φανερώθηκαν, δήλωσαν τα ελληνικά τους ονόματα και επανήλθαν στη χριστιανική θρησκεία. Η Κρώμνη θρησκευτικά ήταν ενταγμένη στη μητρόπολη Χαλδίας και Χεριάνων. Την επισκέπτονταν όμως συχνά και μητροπολίτες από άλλες μητροπόλεις είτε για έρανο είτε και ως περαστικοί. Μια φορά, μας αφηγείται ο θείος Νικόλας, την επισκέφτηκε ο μητροπολίτης Ροδοπόλεως. θα πρέπει να ήταν ο Λεόντιος Χουτουριώτης. Τότε οι Κρωμναίοι, φιλόξενοι καθώς ήταν, αφού τον υποδέχτηκαν και του έκαναν το δεσποτικό τραπέζι, έβγαλαν τις λύρες και έστησαν ένα τρικούβερτο γλέντι. Ο αμαθής δέσποτας ήπιε κάτι παραπάνω και μέθυσε. Η συνέχεια ήταν κάπως αρνητική για την εικόνα ενός ιερωμένου. Ο μητροπολίτης δε δέχτηκε να μείνει στην Κρώμνη και σηκώθηκε να φύγει καβάλα όπως συνηθίζονταν τότε πάνω στο λασούμενό του, ως ταπεινός δούλος του Θεού. Έξω από το χωριό μαζεύτηκαν καμιά δεκαριά θεριστάδες και τον περίμεναν να τους ευλογήσει . Ο Λεόντιος όμως έχοντας γνώση της κατάστασής του μόλις πλησίασε, τους προσπέρασε χωρίς όχι μόνο να τους αγιάσει αλλά ούτε καν να τους χαιρετήσει. Μεταξύ των θεριστών ήταν και ο αυστηρός διευθυντής Δαμιανός, που απογοητευμένος από τη συμπεριφορά του δεσπότη ψέλλισε στον διπλανό του τη γνωστή πλέον ρήση για όλους τους Κρωμναίους: «Αφ’κά γάιδαρος…. κι απάν γάιδαρος…!» Για κακή του τύχη τον άκουσε ένας και το μετέφερε στον παπά- Κωνσταντίνο, τον εφημέριο της ενορίας Σιαμανάντων. Ο παπά-Κωνσταντίνος το ανέφερε στη διοίκηση της «Εκπαιδευτικής Αδελφότητας Κρωμναίων Τραπεζούντας», που ήταν υπεύθυνη για την συντήρηση και λειτουργία των σχολείων της Κρώμνης. Οι δάσκαλοι πληρώνονταν από το ταμείο της αδελφότητας και ήταν υποχρεωμένοι να εργάζονται σύμφωνα με τις αποφάσεις της αδελφότητας. Τότε η Αδελφότητα των Κρωμναίων, αφού συνεδρίασε εκτάκτως προκειμένου να κρίνει τον υβριστή δάσκαλο, αποφάσισε να τον τιμωρήσει με την ποινή του εξοστρακισμού. Δεν γνώριζα ειλικρινά, ότι στο κοινωνικό εθιμικό δίκαιο οι Πόντιοι διατηρούσαν ακόμα το πανάρχαιο δίκαιο του εξοστρακισμού. Ο κατά τα άλλα άριστος παιδαγωγός και ελεύθερος στο πνεύμα άνθρωπος τιμωρήθηκε σαν τον δίκαιο Αριστείδη με εξοστρακισμό. Ήταν το καλοκαίρι του 1906, όταν ο Δαμιανός αναγκάστηκε να αφήσει την αγαπημένη του πατρίδα, τον Αληθινό της Κρώμνης, και να εξοριστεί για τέσσερα χρόνια στην Παϊπούρτη, ως υβριστής ενός δεσπότη που δεν τίμησε το ράσο και την θέση του. Στην ποντιακή ηθογραφία αυτό το ατόπημα του ιερωμένου λέγεται ( επάτεσεν την αλλαήν). Το Δ.Σ. της Αδελφότητας που αποφάσισε την αποπομπή του από τα σχολεία της Κρώμνης το συγκροτούσαν οι: Ι. Παρχαρίδης, Α. Λαμπριανίδης, Γ. Βαφειάδης, Η. Νικολαΐδης, Γ. Ζωγράφος, Χ. Κωφίδης, Χ. Καρβουνίδης, Η. Τάντος, Π. Περσόπουλος. Ο δάσκαλος αναγκάστηκε να πάρει την οικογένειά του και με την κατακραυγή μιας πολύ αυστηρά θεοκρατικής κοινωνίας έφυγε για τον τόπο της εξορίας του. Εκεί στα χωριά της Παϊπούρτης βρήκε τους παλιούς μετεντσήδες που είχαν μεταναστεύσει πριν το 1850, όταν έκλεισαν τα μεταλλεία της Αργυρούπολης . Γρήγορα αναδείχθηκε σε έναν από τους καλύτερους δασκάλους, όπου μετέδωσαν τα ελληνικά γράμματα και την αγάπη για την Ελλάδα. Ο Πέτρος Μιμιλίδης, ένας από τους μαθητές του στο χωριό Χαλβά –Μαντέν της Παϊπούρτης, μου εξομολογήθηκε τα εξής: «Δέσκαλον είχαμε τον Δαμιανόν ας σην Κρώμ’, καλά γράμματα εμάθιζεν..!». Ο Δαμιανός έκανε τον δάσκαλο στα ελληνόπουλα της Παϊπούρτης τρία χρόνια από το 1906 μέχρι το 1909 οπότε επέστρεψε στην Κρώμνη. Το νέο Δ.Σ. της Αδελφότητας αυτή την φορά εκτιμώντας το μορφωτικό του επίπεδο, τον διόρισε διευθυντή του κεντρικού σχολείου της Μεταμορφώσεως από το σχολικό έτος 1909 μέχρι και το 1913.
Σπύρος Παπαδόπουλος, δάσκαλος από το Λυκάστ της Κρώμνης |
Κρωμέτες
σκύλ’ υιός είμαι, ματώνω ‘κι ματούμαι, ‘ς σην Παναΐαν Σουμελάν, θα πάω
στεφανούμαι..!
Παραστέκ’νε την έμορφον,
κρωμέτκα σκύλ’ παιδία, ποι
πίν’νε, τρών’ και χαίρουνταν, ‘ς σα ξένα τα χωρία..!
Τα
δέκρυα μ’ εκυλίουσαν, ‘ς σ’ εγάπ’ς ιμ’
τα φεγγίτες, κι οσπιτενήδες έλεγαν, στάζ’νε τα σταλαγμίτες.
Νασάν
εκείνο το πουλίν, που ‘κ’ έχτισεν
φωλέαν, μηδ’ έχτ’σεν, μηδ’ εχάλασεν,
μηδ’ εκαρδοπονέθεν…!
Μικρίκον,
τσαβαϊρ’ τασουν, μικρόν τσεβεχειρόπον, ‘ς ση κρεβατί σ’ το γιαν’‘καικά, ποίσον κι εμέναν τόπον…!
‘Σ σην ξενιτέν, που αρρωσταίν’ και πονεί το κιφάλ’ν ατ’, το σάβανον χαζίρ
ποίστεν, αφ’κά ‘ς σο μαξιλάρ’ν ατ’…!
Ο θείος
Νικόλας πέθανε λίγους μήνες μετά τη συνάντησή μας, τον Ιούλιο του ίδιου
χρόνου. Σήμερα νιώθω ιδιαίτερη χαρά, που
δημοσιεύω αυτήν την καταγραφή, γιατί μπόρεσα να διασώσω μία ακόμη
σελίδα από τις συγκλονιστικές στιγμές
της ιστορίας μας…!
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΜΩΫΣΙΑΔΗΣ
Οι συνοδευτικές εικόνες του άρθρου είναι από το αρχείο του ιστολογίου μας.
Σημειώσεις του αντιγραφέα:
*Σύμφωνα
με άλλες προφορικές μαρτυρίες και με τον Γ. Φιρτινίδη (Κρώμνη) η αναχώρηση
έγινε τον Φεβρουάριο του 1924.
Καταπληκτικό κείμενο και συγχρόνως τραγικό.Οι περιπέτειες του Δημοδιδάσκα λου Δαμιανού Χρ. Δαμιανού αντανακλούν και περιγράφουν τα μαρτύρια και τα βάσανα των Ποντίων στον Αλησμόνητο μας Πόντο.
ΑπάντησηΔιαγραφή