Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

Δαμιανός Χρ. Δαμιανός, ο μεγάλος δάσκαλος της Κρώμνης.

(Άρθρο του Παναγιώτη Μωυσιάδη
στο e-ptolemeos.gr, στήλη Καφέ Ρωμανία).




Πολλές φορές χαρισματικές και σημαίνουσες προσωπικότητες έρχονται και φεύγουν από τη ζωή  αφανείς και ατίμητες  από έναν κόσμο, που είναι ταγμένος να υπηρετεί και να θαυμάζει συνήθως ταγούς και εκπροσώπους της εξουσίας και του πλούτου. Αντίθετα σ’αυτήν τη λογική θα ήθελα να μνημονεύσω έναν χαλκέντερο  δάσκαλο από την εύανδρο Κρώμνη του Πόντου, τον Δαμιανό Χρήστου Δαμιανό. Ήταν Απρίλης του 1987 όταν πληροφορήθηκα ότι στο Μεσόβουνο της Πτολεμαΐδας διαμένει  ένας γόνος από τις κρωμναίϊκες οικογένειες των αφεντάδων, ο Νικόλαος Δαμιανός, γιος του διευθυντή της αστικής σχολής της Κρώμνης, του Δαμιανού Δαμιανού. Ξεκινήσαμε απόγευμα  με τον φίλο ΧρήστοΤσενεκίδη από το Ανατολικό της Πτολεμαΐδας και λίγο αργότερα  φτάσαμε  στο  γενοκτονημένο χωριό Μεσόβουνο. 
Το χωριό Μεσόβουνο της Πτολεμαΐδας
Δεν δυσκολευτήκαμε να βρούμε το σπίτι του ευγενούς γέροντα από την Κρώμνη, γιατί ήταν σε όλους γνωστός. Πλησιάσαμε, χτυπήσαμε την πόρτα και πρόβαλε η γυναίκα του. Αφού της εξηγήσαμε τον λόγο της επίσκεψής μας, μας  καλωσόρισε και επειδή ο καιρός το επέτρεπε καθίσαμε στο μπαλκόνι όπου μας υποδέχτηκε ο θείος Νικόλας. Αμέσως πιάσαμε κουβέντα ρωτώντας τον για τον πατέρα του, την Κρώμνη, τους κρυπτοχριστιανούς. Σε άπταιστη ελληνική γλώσσα άρχισε να εξιστορεί ασταμάτητα τα γεγονότα, που έζησε στην πατρίδα μικρός, αλλά και αυτά που άκουσε από τον δάσκαλο πατέρα του. Αμέσως διαπιστώσαμε ότι, παρά τα βάσανα της ζωής του, ήταν τo παιδί  ενός  άξιου δημοδιδάσκαλου του Πόντου, κάτι που διαφάνηκε από τον άρτιο λόγο και την ευγένεια που τον διέκρινε. Ο  θείος Νικόλας αφηγούνταν  με χρονολογική σειρά την τραγική ιστορία της οικογένειάς του, με λεπτομέρειες  σαν να τα ζούσε εκείνη τη στιγμή. Εγώ ήμουν αναγκασμένος να γράφω, όσο γρηγορότερα γινόταν, για να τον προλαβαίνω: Εγώ, ξεκίνησε την εξιστόρηση, γεννήθηκα το 1907 στο χωριό Αληθινός της Κρώμνης.
Η ενορία του Αληθινού σήμερα
Ήρθα στην Ελλάδα δεκαεφτά  χρονών παιδί. Θυμάμαι το χωριό μου Αληθινός και όλους τους κατοίκους του. Ο πατέρας μου, Δαμιανός Δαμιανός του Χρήστου, γεννήθηκε στον Αληθινό της Κρώμνης το 1882. Ο παππούς μου Χρήστος επίσης δάσκαλος είχε αποφοιτήσει από το Φροντιστήριο της Αργυρούπολης. Τα χρόνια εκείνα δεν είχαν οργανωθεί καλά τα σχολεία και ήταν υποχρεωμένος να διδάσκει σε πολλά χωριά της Ματσούκας, όπως στου Κοσμά και σε άλλα. Ο πατέρας μου γεννήθηκε σε μια περίοδο όπου επικρατούσε μεγάλη ένταση μεταξύ των Τούρκων και των Ελλήνων. Είχαν περάσει μόλις πέντε χρόνια, που  η οθωμανική κυβέρνηση  κάτω από την πίεση των Ρώσων αναγκάστηκε να παραχωρήσει τις πρώτες θρησκευτικές ελευθερίες στους  χριστιανούς υπηκόους . Τότε άρχισαν οι κρυπτοχριστιανοί της Κρώμνης να ενθαρρύνονται και να αποποιούνται  δειλά – δειλά την ισλαμική θρησκεία. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο παππούς μου, ο Χρήστος Δαμιανός, τον οποίον εντόπισαν οι Τούρκοι και  άρχισαν να τον απειλούν. Ο πατέρας μου, άριστος μαθητής, μόλις τελείωσε το δημοτικό, συνέχισε τις σπουδές του στο Φροντιστήριο της Αργυρούπολης. Συνέχισε τις σπουδές του στο Φροντιστήριο Τραπεζούντας και σε ηλικία είκοσι χρόνων εφοδιάστηκε από τον δεσπότη Αργυρουπόλεως την άδεια του δημοδιδασκάλου. Το 1902  διορίστηκε δάσκαλος στο κεντρικό δημοτικό σχολείο της  Μεταμορφώσεως, που ήταν χτισμένο  στην συνοικία Αλχαζάντων, πάνω σ’ ένα ύψωμα  δίπλα στον πανέμορφο ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.
Ο ναός της Μεταμόρφωσης στην Κρώμνη
Θυμάμαι, ότι το σχολείο μας ήταν ένα ευρύχωρο κτίριο με δύο μεγάλες αίθουσες και δεξιά από την κεντρική  είσοδο  ήταν το γραφείο του πατέρα μου. Απ’ όσο μου έλεγε ο πατέρας μου το σχολείο θα πρέπει να χτίστηκε  το 1885  και πάνω από στην είσοδο  υπήρχε καλλίγραμμη επιγραφή: «Όντως ιερά και θεία και βεβαία είν’ η ελπίς των γραμμάτων η παιδεία και του βίου η κρηπίς». 
Αυτός ο τοίχος αποτελεί θλιβερό απομεινάρι του σχολείου της Μεταμόρφωσης

Η αναφορά του στην επιγραφή  μού έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, γιατί διαπίστωσα, ότι ο  άνθρωπος που είχα μπροστά μου ήταν όντως αντάξιος γιος του μεγάλου Κρωμναίου εκπαιδευτικού, που από το 1902 μέχρι το 1921, που ο Κεμάλ πασάς με διαταγή έκλεισε όλα τα ελληνικά σχολεία στον Πόντο, ήταν ο χαλκέντερος δάσκαλος της Κρώμνης, που όλοι τον επαινούσαν για τις γνώσεις και την ελληνική του παιδεία. Γόνος  μιας από τις δέκα πιο ιστορικές  οικογένειες της Κρώμνης  που έφεραν τον τίτλο ευγενίας « Αφεντάδες». Οι Αφεντάδες της Κρώμνης  με προεξάρχοντες τον Δημήτ –Εφέντη και τον μακρινό πρόγονο του Δαμιανού, Μικτάτ -αγά,  ήταν προεστοί που διέσωσαν τους Κρωμναίους από βέβαιο θάνατο όταν τον 17ο αιώνα οι Τούρκοι εφάρμοσαν το οθωμανικό δόγμα για τους Κρωμναίους  «ή γίνεστε Τούρκοι ή σας κόβουμε το κεφάλι».  Οι Κρωμναίοι ήταν οι αρχαιότεροι μεταλλωρύχοι και μεταλλουργοί της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο σουλτάνος το έφερε βαρέως, που γκιαούρηδες γνώριζαν την τέχνη αυτή και θέλησε να τους τουρκέψει. Τότε συνήλθαν οι δημογέροντες της Κρώμνης με μουχτάρη τον Δαμιανό Μικτάτ –αγά και αποφάσισαν μπροστά στον βέβαιο θάνατο να τουρκέψουν οι ίδιοι φανερά ενώ κρυφά να διατηρήσουν την πίστη τους. Με αυτό το τέχνασμα και μπροστά στον γενικό αφανισμό του ελληνισμού της Κρώμνης οι σοφοί  δημογέροντες  γλύτωσαν  τους συμπατριώτες τους από βέβαιο θάνατο. Πρώτος απ’ όλους ο σοφός Δαμιανός, Μικτάτ– αγάς ( μουχτάρης του χωριού), μετέτρεψε το υπόγειο του σπιτιού του σε κατακόμβη ( κρυφή εκκλησιά) για τις θρησκευτικές ανάγκες των κλωστών.. Μια υπέρτατη πράξη ψυχικής ανάτασης και ηρωισμού απέναντι στην ευθύνη που επωμίζονται  όσοι έχουν το θάρρος, στις δύσκολες στιγμές τις ιστορίας να αποφασίζουν συνετά και σωτήρια για τους άλλους. Οι Κρωμέτες τούρκεψαν υποκριτικά πρώτοι και γύρισαν επίσης στον Χριστό και πάλι πρώτοι. Το τριώροφο κονάκι του με την κρυφή εκκλησιά το ονόμασαν οι Κρωμέτες σε «οίκο του Μικτάτ –Αγά» κατά την φράση ο οίκος του θεού. Το  συγκεκριμένο σπίτι ήταν ένα αρχοντικό κονάκι  με τρία  πατώματα στο κέντρο της ενορίας. Ήταν γνωστό σε όλους τους Κρωμναίους για τη φιλοξενία που προσέφερε σε Τούρκους και χριστιανούς, που έρχονταν στην Κρώμνη. Η είσοδος έξυπνα επινοημένη  βρίσκονταν κάτω από μία πέτρα, στην οποία επικάθονταν η σκάλα που οδηγούσε στον πάνω όροφο. Έπρεπε κάποιος να μετακινήσει τη σκάλα, να σηκώσει  την πλάκα της κατακόμβης και  από τα πέτρινα σκαλιά να κατέβει στην υπόγεια εκκλησιά. Μόλις κατέβαινε, ένας μικρός φεγγίτης σε σχήμα σταυρού  περιέλουζε τον χώρο με φως.  Ο σταυρός αυτός ήταν αδύνατο να φανεί εξωτερικά αλλά φέγγιζε εσωτερικά. Την εκκλησία αυτή στο σπίτι του δάσκαλου Δαμιανού Δαμιανού στην ενορία Αληθινός της Κρώμνης ανακάλυψε ο μικρός μαθητής Χρήστος Τσαρτιλίδης, όταν ο δάσκαλός τους  έκρυψε τους μαθητές στο υπόγειο του σπιτιού του, για να τα γλυτώσει από το παιδομάζωμα  το 1918 με την φυγή των Ρώσων από την Κρώμνη. Ας ακούσουμε, πώς περιγράφει ο ίδιος το γεγονός: «Και μια που ανέφερα το σπίτι του Δαμιανού Μικτάτ –αγά, ήταν κτισμένο σε έδαφος ολίγον επικλινές με τρία πατώματα. Το πρώτον ήτανε αχυρώνας και μαντρί,  ήταν επίσης η αυλή του πρώτου πατώματος και ήτανε όλο στρωμένο με πλάκες  πέτρινες. Μια πλάκα από αυτές είχε δύο λάκκους σαν χούφτες, που πατούσε η ξύλινη σκάλα για τον πάνω όροφο και από κάτω υπήρχε μια πέτρινη σκάλα, που κατέβαινε σε ένα  σκοτεινό υπόγειο 3 επί 3. Στο υπόγειο αυτό έμπαινε φως από έναν φεγγίτη σε σχήμα σταυρού, που  το έστελνε μέσα. Ο φεγγίτης με τον σταυρό ήταν προς τη μεριά του ρέματος και ήταν αδύνατο να ανακαλυφθεί. Παρόμοια σπίτια κρυπτοχριστιανών θα ήσαν καμιά δεκαριά  και υπάγονταν στην ιστορική παράδοση της Κρώμνης». Ο γιος του Δαμιανού,  Νικόλαος, μου εξιστόρησε το ίδιο γεγονός περιγράφοντάς με  την μυστική κρύπτη της εκκλησίας, που έχτισε ο προπάππος του  Δαμιανός Μικτάτ Αγάς . … Στην κατακόμβη αυτή  τα δύσκολα χρόνια των χριστιανικών διώξεων όλοι οι Κρωμναίοι ( Κλωστοί ) πραγματοποιούσαν μυστικά τα βράδια τα χριστιανικά τους μυστήρια, όπως γάμους, βαφτίσια κλπ. Ο γιος του δάσκαλου της Κρώμνης θυμόταν και τα ονόματα των Τούρκων μουλάδων ( θεολόγοι του Ισλάμ)  της Κρώμνης που στα φανερά ήταν φανατικοί Τούρκοι, που έβριζαν τους χριστιανούς και στα κρυφά κατέβαιναν με ευλάβεια τις σκάλες της εκκλησιάς και προσκυνούσαν τις εικόνες, που φωτίζονταν από το μοναδικό ιλαρό φως που άφηνε ο κρυφός φεγγίτης της εκκλησιάς. «Από ό,τι μου έλεγε ο πατέρας μου κρυφοί χριστιανοί ήταν και οι μουλάδες των συνοικισμών της Κρώμνης όπως οι μουλάδες  της ενορίας Αλχαζάντων: Ισμαήλτς και Ισεήντς. Ο μουλάς της ενορίας Αληθινός Πακούρτς και ο μουλάς της ενορίας Πεϊραμάντων Πεχρέμς. Μια μέρα ο μουλάς των Παϊραμάντων, Πεχρέμς,  ξεκίνησε να κατέβει στην Αργυρούπολη.  Στο δρόμο κοντά  σε μια βρύση  αφού ξεδίψασε κάθισε να ξεκουραστεί κάτω από μια βελανιδιά. Κάποια στιγμή πλησίασε ένα απόσπασμα Τούρκων χωροφυλάκων (Τσανταρμάδων) καβάλα στα άλογα . Ο  Κρωμναίος μολάς μόλις τους είδε τα 'χασε, αλλά τους καλωσόρισε με ευγένεια και τους ρώτησε προς τα πού πάνε. Στην Κρώμνη, του απάντησαν. Κι εγώ από την Κρώμνη είμαι τους είπε. Ο Τούρκος αξιωματικός τον έβρισε λέγοντάς τον «Εσείς οι Κρωμλήδες κοροϊδεύετε το δοβλέτι. Εμείς όμως γνωρίζουμε ότι  είστε όλοι προδότες του Μωάμεθ. Τώρα θα πάμε για έλεγχο  και όποιον κλωστό πιάσουμε θα τον κάψουμε ζωντανό». Ο μολά Πεχρέμς φοβήθηκε και άρχισε να τρέμει  γιατί και αυτός είχε στο κονάκι του κρυφή εκκλησιά. Όταν έφτασαν στο χωριό ο αξιωματικός δεν άφησε τους τσανταρμάδες να μπουν στο σπίτι του Πεχρέμ. Πήγε μόνος του γιατί γνώριζε για την ύπαρξη της εκκλησιάς. Μπήκε μέσα και διέταξε τον Πεχρέμ να βγάλει την εικόνα της Παναγιάς  και εκεί μπροστά στον τρεμάμενο από φόβο μολά γονάτισε με δάκρυα στα μάτια και φίλησε την εικόνα της. Μετά γύρισε στον Πεχρέμ, τον αγκάλιασε  και του είπε: «κι εγώ, μολά Πεχρέμ, ας σην Κρώμ’ είμαι…» Δακρυσμένοι από συγκίνηση και οι δύο είπαν το «Δι’ ευχών των αγίων πατέρων ημών» μ’ ένα στόμα και έτσι αγκαλιασμένοι και με δάκρυα στα μάτια ευχήθηκαν γρήγορα να τελειώσουν τα βάσανά τους…! Είναι γνωστό ότι  οι κλωστοί  της Κρώμνης κατέλαβαν σε λίγα χρόνια καίριες θέσεις στην τουρκική διοίκηση για να βοηθήσουν με την σειρά τους τους χριστιανούς πατριώτες τους σε κάθε δύσκολη στιγμή. Τέτοιες τραγικές ιστορίες για το δράμα των κρυπτοχριστιανών γνώριζε ο  νουνεχής γέροντας. Πέρασαν τα χρόνια και οι κρυφοί Κρωμναίοι μετά το χάτι Σερίφ και το χάτι Χουμαγιούν φανερώθηκαν, δήλωσαν τα ελληνικά τους ονόματα και επανήλθαν στη χριστιανική θρησκεία. Η  Κρώμνη θρησκευτικά ήταν ενταγμένη στη μητρόπολη Χαλδίας και Χεριάνων. Την επισκέπτονταν όμως συχνά και μητροπολίτες  από άλλες μητροπόλεις είτε για έρανο είτε και ως περαστικοί.  Μια φορά, μας αφηγείται ο θείος Νικόλας, την επισκέφτηκε ο μητροπολίτης Ροδοπόλεως.  θα πρέπει να ήταν ο Λεόντιος Χουτουριώτης. Τότε οι Κρωμναίοι, φιλόξενοι καθώς ήταν, αφού τον υποδέχτηκαν και του έκαναν το δεσποτικό τραπέζι, έβγαλαν τις λύρες και έστησαν ένα τρικούβερτο γλέντι. Ο αμαθής δέσποτας ήπιε κάτι παραπάνω και μέθυσε. Η συνέχεια ήταν κάπως αρνητική για την εικόνα ενός ιερωμένου. Ο μητροπολίτης δε δέχτηκε να μείνει στην Κρώμνη και σηκώθηκε να φύγει καβάλα όπως συνηθίζονταν τότε πάνω στο λασούμενό του, ως ταπεινός δούλος του Θεού. Έξω από το χωριό μαζεύτηκαν καμιά δεκαριά θεριστάδες και τον περίμεναν να τους ευλογήσει . Ο Λεόντιος όμως έχοντας γνώση της κατάστασής του μόλις πλησίασε, τους προσπέρασε χωρίς όχι μόνο να τους αγιάσει αλλά ούτε καν να τους χαιρετήσει. Μεταξύ των θεριστών ήταν και ο αυστηρός διευθυντής Δαμιανός, που απογοητευμένος από τη συμπεριφορά του δεσπότη ψέλλισε στον διπλανό του τη γνωστή πλέον ρήση για όλους τους Κρωμναίους: «Αφ’κά γάιδαρος…. κι απάν γάιδαρος…!»  Για κακή του τύχη τον άκουσε ένας και το μετέφερε στον παπά- Κωνσταντίνο, τον εφημέριο της ενορίας Σιαμανάντων. Ο παπά-Κωνσταντίνος το ανέφερε στη διοίκηση της  «Εκπαιδευτικής Αδελφότητας Κρωμναίων Τραπεζούντας»,  που ήταν υπεύθυνη για την  συντήρηση  και λειτουργία των σχολείων της Κρώμνης. Οι δάσκαλοι πληρώνονταν από το ταμείο της αδελφότητας και ήταν υποχρεωμένοι να εργάζονται σύμφωνα με τις αποφάσεις της αδελφότητας. Τότε η Αδελφότητα  των Κρωμναίων,  αφού συνεδρίασε  εκτάκτως προκειμένου να κρίνει τον υβριστή δάσκαλο, αποφάσισε να τον τιμωρήσει με την ποινή του εξοστρακισμού. Δεν γνώριζα ειλικρινά, ότι στο κοινωνικό εθιμικό δίκαιο οι Πόντιοι διατηρούσαν ακόμα το πανάρχαιο  δίκαιο του εξοστρακισμού. Ο κατά τα άλλα άριστος παιδαγωγός και ελεύθερος στο πνεύμα άνθρωπος τιμωρήθηκε σαν τον δίκαιο Αριστείδη με εξοστρακισμό. Ήταν το καλοκαίρι του  1906, όταν ο Δαμιανός αναγκάστηκε να αφήσει την αγαπημένη του πατρίδα, τον Αληθινό της Κρώμνης, και να εξοριστεί για τέσσερα χρόνια  στην Παϊπούρτη,  ως υβριστής ενός δεσπότη που δεν τίμησε το ράσο και την θέση του. Στην ποντιακή  ηθογραφία αυτό το ατόπημα του ιερωμένου λέγεται ( επάτεσεν την αλλαήν). Το Δ.Σ.  της Αδελφότητας που αποφάσισε την αποπομπή του  από τα σχολεία της Κρώμνης το συγκροτούσαν οι: Ι. Παρχαρίδης, Α. Λαμπριανίδης, Γ. Βαφειάδης, Η. Νικολαΐδης, Γ. Ζωγράφος, Χ. Κωφίδης, Χ. Καρβουνίδης, Η. Τάντος, Π. Περσόπουλος. Ο δάσκαλος αναγκάστηκε να πάρει την οικογένειά του και με την κατακραυγή μιας πολύ αυστηρά θεοκρατικής  κοινωνίας  έφυγε για τον τόπο της εξορίας του. Εκεί στα χωριά της Παϊπούρτης βρήκε τους παλιούς μετεντσήδες που είχαν μεταναστεύσει  πριν το 1850, όταν έκλεισαν τα μεταλλεία της Αργυρούπολης . Γρήγορα αναδείχθηκε σε έναν από τους καλύτερους δασκάλους, όπου μετέδωσαν τα ελληνικά γράμματα και την αγάπη για την Ελλάδα. Ο Πέτρος Μιμιλίδης, ένας από τους μαθητές του στο χωριό Χαλβά –Μαντέν της Παϊπούρτης,  μου εξομολογήθηκε τα εξής: «Δέσκαλον είχαμε τον Δαμιανόν ας σην Κρώμ’, καλά γράμματα εμάθιζεν..!». Ο Δαμιανός έκανε τον δάσκαλο στα ελληνόπουλα της Παϊπούρτης τρία χρόνια από το 1906 μέχρι το 1909 οπότε επέστρεψε στην Κρώμνη. Το νέο Δ.Σ. της Αδελφότητας αυτή την φορά εκτιμώντας το μορφωτικό του επίπεδο, τον διόρισε διευθυντή του  κεντρικού σχολείου της Μεταμορφώσεως από το σχολικό έτος 1909 μέχρι και το 1913.
Ο εν λόγω δεσπότης μετά από λίγα χρόνια καθαιρέθηκε δικαιώνοντας κατά κάποιο τρόπο την κρίση του δασκάλου, ο οποίος όμως είχε πληρώσει ακριβά τον σαρκασμό του προς τον άκριτο εκπρόσωπο του Θεού.  Στο ερώτημά μου, αν θυμάται κάποια ιστορία από την παιδική του ηλικία,  μας κοίταξε επίμονα στα μάτια και άρχισε να μας εξιστορεί μια περιπέτεια που σημάδεψε με τρόμο την παιδική του ηλικία: Στα  1914 για πρώτη φορά η τουρκική διοίκηση εγκατέστησε στην Κρώμνη τούρκους εισπράκτορες και διοικητικούς υπαλλήλους. Τότε ο Δαμιανός κατηγορήθηκε στην τουρκική διοίκηση, ότι διαπνέει στα παιδιά του σχολείου το φιλελληνικό πνεύμα και το μεγαλοϊδεατισμό των Ελλήνων. Είναι αλήθεια, ότι ήταν καλά ενημερωμένος για την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Θράκης. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος  και η νικηφόρα του έκβαση ήταν η μεγάλη ελπίδα  για όλο τον ελληνισμό, που προσδοκούσε την απελευθέρωσή του. Στην Κρώμνη έρχονταν μυστικά με τους αγωγιάτες οι ελληνικές εφημερίδες από την Τραπεζούντα. Κάθε δάσκαλος στον Πόντο έπρεπε να είναι γνώστης των εξελίξεων και να ενημερώνει και τους συμπατριώτες του.  Αυτό έκανε και ο Δαμιανός. Οι Τούρκοι υπάλληλοι της Κρώμνης αντιλήφτηκαν την δράση του και σκέφτηκαν να τον σκοτώσουν. Κάποιος όμως Τούρκος που ήταν φίλος του, τον προειδοποίησε έγκαιρα και τότε  ο Δαμιανός αποφάσισε να φύγει κρυφά βράδυ με την οικογένειά του από την Κρώμνη και να πάει στην περιοχή της Σεβάστειας, όπου είχαν μεταναστεύσει παλαιότερα πολλές οικογένειες από την Κρώμνη.  Φόρτωσε τα υπάρχοντά του σε ένα βοϊδόκαρο και πήρε τον δρόμο Αργυρούπολη-Παϊπούρτη προς τη  Νικόπολη  ( Γαράσαρη). Ο δρόμος αυτός ήταν πολύ επικίνδυνος,  γιατί υπήρχαν συμμορίες που σκότωναν τους Έλληνες και τους λήστευαν. Σε μια τέτοια ενέδρα έπεσε ο Δαμιανός περνώντας από μία ορεινή διάβαση. Ξαφνικά πετάχτηκαν μπροστά τους μια συμμορία από τσετέδες. Μόλις τους πλησίασαν τράβηξαν τα γιαταγάνια τους κατέβασαν τον δυστυχισμένο  δάσκαλο και ήταν έτοιμοι να τον σφάξουν, τότε η τολμηρή γυναίκα του η Μαρία έβγαλε το πουγκί με τις λίρες τις έδωσε τους Τούρκους και αφού έπεσε πάνω στον σύντροφό  της τον γλύτωσε. Η δύστυχη Μαρία έπεσε στα γόνατα των Τούρκων και τους παρακαλούσε να μην τον σκοτώσουν γιατί είναι δάσκαλος. Οι Τούρκοι τελευταία στιγμή πήραν τα μαχαίρια τους πάνω από τον δάσκαλο και αφού τους πήραν όλα τα υπάρχοντα ακόμα και τα ρούχα που φορούσαν τους άφησαν ρακένδυτους στη μέση του δρόμου. Μετά από αυτό το σοκ η Μαρία αρρώστησε και πέθανε, τα παιδιά του δάσκαλου δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν ποτέ αυτή την εικόνα της τουρκικής βίας. Ο μικρός του γιος, Νικόλας, όταν μας αφηγούνταν το γεγονός, υπογράμμισε αυτή την τραγική σκηνή λέγοντας στα ποντιακά: «Σίτε επαίναμε στραφτούλτσαν‘ς  σον φέγγον  τα κάμας ατουν…! Είπαμε  θα σκοτών’νε‘μας ..»! Ο δύσμοιρος δάσκαλος  εξιστορούσε το ίδιο γεγονός από τη δική του σκοπιά: «Ας όλια ντ’ επέρανε τιδέν ‘κ’ εγούεψα, μανάχον έναν κάσαν βιβλία  τη κυρούμ’ και τη πάππος ιμ’.…!)  Κάπως έτσι χάθηκαν πολλά από τα βιβλία των ελλήνων εκπαιδευτικών στον Πόντο. Άλλα κλάπηκαν, άλλα κάηκαν και άλλα έμειναν θαμμένα σε κάποια γωνιά της πατρίδας μας. Ο Δαμιανός μετά τον θάνατο της πρώτης γυναίκας του  με τρία μικρά  ορφανά παιδιά του, τον Νικόλα, το Χρήστο και τη Φρόσω , αναγκάστηκε να παντρευτεί στην Γαράσαρη. Με την δεύτερη γυναίκα του, την Ελένη, απέκτησε επίσης τρία παιδιά, τον Ανέστη, τον Παύλο και τον Πλάτωνα. Μετά το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου  και την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την περιοχή της Κρώμνης, ο Δαμιανός με την οικογένειά του επέστρεψε και πάλι στην αγαπημένη του πατρίδα, την Κρώμνη και ανέλαβε το 1918-19 διευθυντής στο σχολείο της Μεταμορφώσεως μέχρι και το σχολικό έτος 1921-22, όπου με διαταγή του Κεμάλ έκλεισαν όλα τα ελληνικά σχολεία στον Πόντο. Τον Μάρτιο*  του 1924 ο Δαμιανός  με όλη την οικογένειά του  και μαζί με τον κουμπάρο του, Παπαδόπουλο Σπύρο από το Λυκάστ της Κρώμνης (βλέπε:http://kromni.blogspot.gr/Σπύρος_Παπαδόπουλος), έφτασε στο λιμάνι της Δαφνούντας στην Τραπεζούντα και θα επιβιβάστηκε στο πλοίο  Αρχιπέλαγος.
Σπύρος Παπαδόπουλος, δάσκαλος από το Λυκάστ της Κρώμνης
Ο Δαμιανός  πάνω στο καράβι της προσφυγιάς  προβαίνει σε ανοιχτή πολιτική ομιλία υπέρ του Εργατικού –Αγροτικού  κόμματος του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Είναι πλήρως ενημερωμένος για το πολιτικό πρόγραμμα των πρώτων Ελλήνων σοσιαλιστών  και διαφωτίζει με επιχειρήματα τους αδαείς και εξαθλιωμένους πρόσφυγες για το  πρόγραμμα του  σοσιαλιστικού κόμματος της εποχής. Ο διευθυντής του σχολείου της Κρώμνης υπήρξε ένας προοδευτικός υπέρμαχος των σοσιαλιστικών ιδεών από την αρχή του αιώνα μας. Ιδέες της Γαλλικής επανάστασης που  τον είχαν εμπνεύσει  και  άρχιζε να τις μεταδίδει ακόμα και πάνω στο καράβι της προσφυγιάς. Ιδέες που δε θα τις αποποιηθεί μέχρι τον πρόωρο θάνατό του, που τον βρήκε σε ηλικία μόλις 53 χρονών, κουρασμένο και ταλαιπωρημένο από τα βάσανα και τις δυσκολίες  της ζωής. Το 1935  ο πολυμαθής δάσκαλος της Κρώμνης  πεθαίνει μακριά από τους φίλους και συμπατριώτες του Κρωμναίους στο Μεσόβουνο της Πτολεμαΐδας. Ο λόγος για τον οποίο  εγκαταστάθηκε στο χωριό αυτό ήταν ότι  ήταν ορεινό  και του θύμιζε την αγαπημένη του πατρίδα, την Κρώμνη. Στον τέλος της συνέντευξης θέλοντας να γλυκάνουμε τις αναμνήσεις του παρακαλέσαμε τον Θείο Νικόλα να μας τραγουδήσει κάποια  κρωμέτ’κα τραγωδίας. Ο Χρήστος Τσενεκίδης άρχισε να παίζει  την λύρα του και ο θείος Νικόλας να τραγουδάει, τα ομηρικά στιχουργήματα της φιλόμουσης  Κρώμνης:  

Κρωμέτες σκύλ’ υιός είμαι, ματώνω ‘κι ματούμαι, ‘ς σην Παναΐαν Σουμελάν, θα πάω στεφανούμαι..!
Παραστέκ’νε  την έμορφον,  κρωμέτκα σκύλ’  παιδία, ποι πίν’νε, τρών’ και χαίρουνταν, ‘ς σα ξένα τα χωρία..!  
Τα δέκρυα μ’ εκυλίουσαν,  ‘ς σ’ εγάπ’ς ιμ’ τα φεγγίτες, κι οσπιτενήδες έλεγαν, στάζ’νε τα σταλαγμίτες.  
Νασάν εκείνο το πουλίν, που ‘κ’ έχτισεν φωλέαν, μηδ’ έχτ’σεν, μηδ’ εχάλασεν,  μηδ’ εκαρδοπονέθεν…!  
Μικρίκον, τσαβαϊρ’ τασουν, μικρόν τσεβεχειρόπον, ‘ς ση κρεβατί σ’ το γιαν’‘καικά,  ποίσον κι εμέναν τόπον…! 
 ‘Σ σην ξενιτέν, που αρρωσταίν’ και πονεί το κιφάλ’ν ατ’, το σάβανον χαζίρ ποίστεν,  αφ’κά ‘ς σο μαξιλάρ’ν ατ’…!
  Ο θείος  Νικόλας πέθανε λίγους μήνες μετά τη συνάντησή μας, τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου. Σήμερα νιώθω ιδιαίτερη χαρά, που  δημοσιεύω αυτήν την καταγραφή, γιατί μπόρεσα να διασώσω μία ακόμη σελίδα  από τις συγκλονιστικές στιγμές της ιστορίας μας…!
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΩΫΣΙΑΔΗΣ

Οι συνοδευτικές εικόνες του άρθρου είναι από το αρχείο του ιστολογίου μας.
Σημειώσεις του αντιγραφέα:

*Σύμφωνα με άλλες προφορικές μαρτυρίες και με τον Γ. Φιρτινίδη (Κρώμνη) η αναχώρηση έγινε τον Φεβρουάριο του 1924.

1 σχόλιο:

  1. Καταπληκτικό κείμενο και συγχρόνως τραγικό.Οι περιπέτειες του Δημοδιδάσκα λου Δαμιανού Χρ. Δαμιανού αντανακλούν και περιγράφουν τα μαρτύρια και τα βάσανα των Ποντίων στον Αλησμόνητο μας Πόντο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή